Νέο Οικογενεικό Δίκαιο

NOTE SUR LA REFORME DU DROIT DE LA FAMILLE – LOI 4800-2021

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΓΟΝΕΩΝ

Το αντικείμενο του νέου νόμου στον τομέα του οικογενειακού δίκαιου (4800/2021) είναι η μεταρρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των γονέων και των παιδιών τους μετά τη διακοπή του κοινού βίου η μετά από ο διαζύγιο, την ακύρωση του γάμου η τη διάλυση του συμφωνητικού κοινής συμβίωσης (το αντίστοιχο του γαλλικού pacs). Όσον αφορά τις αποφάσεις που αφορούν τη ζωή των παιδιών μετά τη διακοπή του κοινού βίου, ο νόμος ευνοεί τη συμφωνία μεταξύ των γονέων. Η προσφυγή στο δικαστήριο θα πρέπει να παραμένει έκτακτο (βλ. τα άρθρα 1141 παρ. 2, 1512, 1514, 1519 του αστικού κώδικα). Με αυτό το σκεπτικό προβλέπεται πως το συναινετικό διαζύγιο είναι πλέον δυνατό με κοινή ψηφιακή δήλωση των συζύγων.

Όσον αφορά τις σχέσεις με τα παιδιά, οι τροποποιήσεις του νόμου αφορούν τα άρθρα 1511-1520 και 1532 του αστικού κώδικα. Οι νέες διατάξεις προβλέπουν την κοινή γονική μέριμνα που κατ’ εξαίρεση ασκείται από έναν μόνο γονέα. Τα παιδιά πρέπει να συνεχίσουν να έχουν τακτική και πραγματική επικοινωνία και με τους δύο γονείς τους. Σε περίπτωση που η άσκηση της γονικής μέριμνας ρυθμίζεται από το δικαστήριο, το δικαστήριο θα πρέπει να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων. Δεν μπορεί να κάνει διακρίσεις για λόγους φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, φυλής, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικότητας, καταγωγής ή ένταξης, εθνικών ή κοινωνικών ή περιουσιακών κριτηρίων. Και οι δύο γονείς πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτών λύσεων.

Στο ίδιο πνεύμα, ορίζεται πως τα καθήκοντα που είναι συνυφασμένα με τη γονική εξουσία ασκούνται από κοινού και ισότιμα από τους δύο γονείς. Η άσκηση αυτών των καθηκόντων ρυθμίζεται κατ’ εξαίρεση από το δικαστήριο σε περίπτωση που ένας από τους γονείς είναι αδιάφορος ή δεν συνεργάζεται με τον άλλον γονέα ή οι γονείς δεν μπορούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους ή η απόφαση είναι αντίθετη με το συμφέρον του παιδιού. Στις περιπτώσεις αυτές, οι γονείς μπορούν να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση και αν δεν βρεθεί κοινή λύση μπορούν να προσφύγουν στο δικαστήριο το οποίο θα λάβει και την τελική απόφαση. Η διάρκεια των συμφωνιών ή η ισχύς της δικαστικής απόφασης είναι δύο (2) έτη. Στο τέλος αυτής της περιόδου, η συμφωνία μπορεί να ανανεωθεί ή να αναθεωρηθεί. Το ίδιο ισχύει και για τη δικαστική απόφαση.

Για τα παιδιά που γεννήθηκαν από γονείς που δεν έχουν συνάψει γάμο ή που έχουν συνάψει συμφωνητικό κοινής συμβίωσης (pacs), η γονική ευθύνη ασκείται από την μητέρα. Εντούτοις, σε περίπτωση που ο πατέρας αναγνώρισε την πατρότητα ή η πατρότητα αναγνωρίστηκε με δικαστική απόφαση και ο πατέρας δεν εναντιώθηκε στην απόφαση, η γονική ευθύνη ασκείται από τους δύο γονείς από κοινού.

Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του άρθρου 1519 του αστικού κώδικα, σημαντικές πτυχές της γονικής μέριμνας ρυθμίζονται από το νόμο. Πιο συγκεκριμένα, όταν η γονική μέριμνα ασκείται μόνο από τον ένα γονέα, οι αποφάσεις σχετικά με το όνομα του παιδιού, τη θρησκεία του, τα θέματα υγείας, εκτός από τα τρέχοντα ζητήματα και τα ζητήματα με επείγοντα χαρακτήρα, καθώς και οι αποφάσεις που αφορούν την εκπαίδευσή του που είναι καθοριστικές για το μέλλον του παιδιού, λαμβάνονται  και από τους δύο γονείς. Για την αλλαγή τόπου κατοικίας του παιδιού απαιτείται η γραπτή συμφωνία των γονέων η μία δικαστική απόφαση. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε κατάλληλο μέτρο. Και οι δύο γονείς έχουν το δικαίωμα να ζητούν και να λαμβάνουν πληροφορίες για τα παιδιά τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1520 του Αστικού Κώδικα, ο γονέας που δεν διαμένει με το παιδί έχει το δικαίωμα και παράλληλα την υποχρέωση να επικοινωνεί με το παιδί και να το συναντά. Ο αποκλεισμός ή ο περιορισμός αυτού του δικαιώματος είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ειδικά όταν ο γονέας έχει κριθεί ανίκανος να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας και επίσκεψης. Προκειμένου να εκτιμηθεί και να διαπιστωθεί η αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών του το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε κατάλληλο μέτρο, ιδίως λεπτομερή έκθεση που συντάσσεται από κοινωνικό λειτουργό, ψυχίατρο ή ψυχοθεραπευτή.

Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίσουν την επικοινωνία του παιδιού με τους ανιόντες του, τους παππούδες και γιαγιάδες του η τα αδέλφια και τις αδελφές του, εκτός εάν υπάρχει δικαιολογημένη αιτία. Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίσουν επίσης την επικοινωνία του παιδιού με τρίτους που έχουν αναπτύξει μαζί του μία κοινωνικό-συναισθηματική σχέση οικογενειακού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση όμως πως η επικοινωνία αυτή να είναι προς συμφέρον του παιδιού. Τα θέματα που αφορούν την επικοινωνία λύνονται με γραπτή συμφωνία των γονέων η δικαστική απόφαση. Σε περίπτωση αθέμιτης ή καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από έναν από τους γονείς, ο άλλος γονέας μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο τη μεταρρύθμιση των όρων επικοινωνίας.

Τέλος, το νέο κείμενο του άρθρου 1532 του Αστικού Κώδικα προβλέπει ενδεικτικά περιπτώσεις καταχρηστικής άσκησης της γονικής μέριμνας, όπως α) παραβίαση των αποφάσεων ή διατάξεων των δικαστικών αρχών σχετικά με την επικοινωνία με το παιδί ή της συμφωνίας των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας, β) διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του παιδιού με τον άλλο γονέα ή την οικογένειά του και πρόκληση ρήξης της σχέσης του παιδιού με αυτούς, γ) η παραβίαση των όρων της συμφωνίας των γονέων ή της δικαστικής απόφασης από τον δικαιούχο γονέα σχετικά με την επικοινωνία του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν συζεί δ) η άρνηση του γονέα να καταβάλει τη διατροφή που έχει επιμεριστεί στο παιδί από το δικαστήριο ε) η καταδίκη του γονέα με τελεσίδικη δικαστική απόφαση για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Στις περιπτώσεις αυτές το δικαστήριο μπορεί να ανακαλέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας από τον γονέα που κρίθηκε ένοχος, εν όλω ή εν μέρει, και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο γονέα, καθώς και να διατάξει κάθε κατάλληλο μέτρο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του παιδιού. Το δικαστήριο μπορεί επίσης να αναθέσει την πραγματική επιμέλεια του παιδιού εν όλω ή εν μέρει σε τρίτο άτομο ή να διορίσει έναν κηδεμόνα.

Στις εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις όπου υπάρχει άμεσος κίνδυνος για την υγεία του παιδιού, ο εισαγγελέας μπορεί να διατάξει κάθε κατάλληλο μέτρο για την προστασία του για περίοδο 90 ημερών, με δυνατότητα αιτιολογημένης παράτασης της περιόδου αυτής για άλλες 90 ημέρες.